Τι μας λέει το παιδί :
"Ποτέ δεν θα ξαναπαίξω μαζί της"
Τι λέμε συνήθως :
"Ξέχασέ το. Ίσως ήθελε να σε πειράξει"
Τι θα μπορούσαμε να πούμε :
"Είσαι πολύ θυμωμένος μαζί της"
Τι μας λέει το παιδί :
"Δεν μπορώ να το ξανακάνω! "
Τι λέμε συνήθως :
"Έλα τώρα, μη μιλάς έτσι! Μόλις άρχισες!"
Τι θα μπορούσαμε να πούμε :
"Σου φαίνεται πολύ δύσκολο"
Τι μας λέει το παιδί :
"Θα θελα να πήγαινα κι εγώ. Πάντα αυτός πηγαίνει παντού"
Τι λέμε συνήθως :
"Το χουμε ξανασυζητήσει. Σταμάτα λοιπόν τη φασαρία"
Τι θα μπορούσαμε να πούμε :
"Σου φαίνεται άδικο"
Τι μας λέει το παιδί :
"Κοίτα την καινούρια μου κατασκευή!"
Τι λέμε συνήθως :
"Ωραία είναι …. Τώρα όμως άσε με σε παρακαλώ … "
Τι θα μπορούσαμε να πούμε :
"Βλέπω ότι είσαι ευχαριστημένος με τη δουλειά σου"
Τι μας λέει το παιδί :
"Δε θέλω σήμερα να πάω σχολείο. Ο Γιάννης είναι κακός!"
Τι λέμε συνήθως :
"Όλοι πρέπει να πηγαίνουν σχολείο. Το λέει ο νόμος"
Τι θα μπορούσαμε να πούμε :
"Φοβάσαι ότι ο Γιάννης θα σου ριχτεί;"
Τι μας λέει το παιδί :
"Είσαι η χειρότερη μάνα σε όλο τον κόσμο"
Τι λέμε συνήθως :
"Μη μου ξαναμιλήσεις π ο τ έ μ' αυτόν τον τρόπο!"
Τι θα μπορούσαμε να πούμε :
"Είσαι πολύ θυμωμένος μαζί μου"
Αυτός ο "πίνακας" είναι μια ενδιαφέρουσα πρόταση από το Κέντρο Πρόληψης & Ενημέρωσης Νομού Έβρου. Έπεσε τυχαία στα χέρια μου και μου προκάλεσε πολλές σκέψεις και δημιουργικούς προβληματισμούς. Αυτό που διαπραγματεύεται κυρίως, και πιστεύω ότι είναι σημαντικό για όλους εμάς που είμαστε γονείς, είναι να μπούμε σε ένα τρόπο σκέψης διαφορετικό και λιγότερο άμεσο. Να παρατηρούμε τη συμπεριφορά των παιδιών και να αμφιταλαντευόμαστε για το τι άραγε θέλουν να μας πουν με τον τρόπο που επιλέγουν να αντιδράσουν.
Το βέβαιο είναι ότι δεν είναι δημιουργικό και εξελικτικό για το παιδί να πάρει πίσω μια αντίδραση ισάξια με τη δική του! Αυτό το καθηλώνει σε μπλοκαρισμένα συναισθήματα μέσα του. Μια αντίδραση του γονέα με τον ίδιο τρόπο θα του επέστρεφε τα ίδια συναισθήματα για να τα επανενδοβάλει μέσα του με αποτέλεσμα να παραμείνει καθηλωμένο και εγκλωβισμένο χωρίς δυνατότητα σύνθεσης. Αυτό είναι κάτι που μπορούμε να εφαρμόσουμε εύκολα όταν δεν έχουμε υπό έλεγχο πρώτα τα δικά μας συναισθήματα; Τι επιθυμούμε όμως για τα παιδιά μας; Τι συνέπειες μπορεί να έχει η συμπεριφορά μας;
Αυτό επίσης που με προβλημάτισε είναι ….. «Ένας πίνακας συμπεριφοράς; Δηλαδή αν την επόμενη φορά πω αυτά αντί για τα άλλα …. Θα πετύχω κάτι;» Αυτό που σκέφτομαι είναι ότι η κουβέντα θα έχει μια εξέλιξη, το παιδί δε θα παραμείνει σε μια αντίδραση που εμείς με τον νέο τρόπο συμπεριφοράς θα το αποστομώσουμε και θα το οδηγήσουμε με μια κίνηση ματ στην εξέλιξη! Οπότε τι χρησιμότητα και τι χρήση μπορεί να έχει ένας τέτοιος «πίνακας συμπεριφοράς» για τη συνέχεια που ακολουθεί;
Πιστεύω ότι θα ήταν ιδιαίτερα δημιουργικό ο κάθε γονιός να φιλτράρει τη συμπεριφορά και την αντίδρασή του προς το παιδί μέσα από μια διαδικασία αναβλητικότητας σε πρώτο χρόνο και έπειτα ενός προβληματισμού ως προς την ποιότητα του τι μπορεί έμμεσα να θέλει να εκφράσει το παιδί αλλά δεν έχει την ωριμότητα να το εντοπίσει μέσα του και να το τοποθετήσει στο αντίστοιχο λεκτικό πλαίσιο.
Από εκεί και πέρα το πώς ο καθένας από μας θα επιλέξει να συμπεριφερθεί έχει να κάνει με τις δικές του αντιστοιχίες σε βιώματα, τι «ξυπνάει» μέσα του η συμπεριφορά του παιδιού, ποιό είναι το δικό του επίπεδο σύνθεσης και αποδοχής αντιθετικών συναισθημάτων στον εσωτερικό του κόσμο και πόσο ενδιαφέρεται για την προσωπική του εξέλιξη ως καθοριστικό στοιχείο εξέλιξης του παιδιού του.
Ένας «πίνακας συμπεριφοράς» μπορεί να είναι η έναρξη ενός γόνιμου προβληματισμού αλλά η εξέλιξη της συμπεριφοράς μας απέναντι στα παιδιά και η υποστήριξη μιας σταθερής επικοινωνίας έχει να κάνει με την προσωπική εσωτερική μας διερεύνηση και τη σταθεροποίηση των δικών μας συναισθημάτων και αντιδράσεων!
8 σχόλια:
Πόσες φορές άραγε χρησιμοποιούμε συμπεριφορές οι οποίες φέρνουν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκουμε.
Είναι πολύ εύκολο, γνωρίζοντας μερικές πολύ απλές τεχνικές, να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά ορισμένες δύσκολες καταστάσεις της καθημερινότητας με τα παιδιά μας.
Δυστυχώς πολλές φορές, λόγω του περιορισμένου χρόνου και της έλλειψης υπομονής, συμπεριφερόμαστε απαράδεκτα.
Θεωρώ ότι είναι απαραίτητο πια θεσμικά να παρακολουθήσουν όλοι οι γονείς σεμινάρια γονέων, για να βελτιωθούν τέτοιου είδους καταστάσεις.
Ο δήμος έχει τη δυνατότητα να παρέμβει και οφείλει να το κάνει.
Μπορεί να γίνει μάλιστα διαδημοτικά σε συνεργασία με όμορους δήμους.
Αγαπητέ Λευθέρη, σ’ ευχαριστώ για το σχόλιο σου.
Λαμβάνω υπ’ όψη μου τις απόψεις που καταγράφεις ως απόψεις της πλειοψηφίας των ανθρώπων, ανδρών και γυναικών, που έχουν επαφή με παιδιά ή είναι οι ίδιοι γονείς. Πράγματι αυτά που αναφέρεις είναι αυτά που κυριαρχούν, λογικά κατά κάποιο τρόπο. Οι λέξεις όμως που χρησιμοποιείς τοποθετούν το θέμα της συμπεριφοράς των γονιών ανάμεσα σε όρια στενά και ασφυκτικά φέρνοντας στην επιφάνεια λόγους που ο καθένας από μας μπορεί να υποστηρίξει ότι «το ξέρω πως είναι λάθος μου, αλλά δεν μπορώ/ξέρω να το κάνω αλλιώς!»
Αυτοί οι λόγοι αφορούν τις λέξεις που αναφέρεις φυσικά στη ροή του λόγου, «αποτέλεσμα», «τεχνικές», «χρόνος», «υπομονή», «απαράδεκτος».
Ο τρόπος που θα ήταν προτιμότερο σταδιακά και εξελικτικά να διαμορφωθεί η συμπεριφορά ενός γονιού θα πρέπει να καταρρίπτει αυτές τις λέξεις – έννοιες – πιστεύω.
Δεν αναζητούμε κάποιο αποτέλεσμα στην επικοινωνία ή απέναντι στις αντιδράσεις ενός παιδιού. Δεν επιζητούμε τεχνικές και μυστικά που θα βελτιώσουν τη σχέση με τα παιδιά μας. Ο χρόνος και η υπομονή είναι παγίδες που κρύβουν βαθύτερα προσωπικά άγχη και καθηλώσεις του γονιού. Το αν κάποιος μπορεί να θεωρηθεί απαράδεκτος ή όχι (από ποιον άραγε;) είναι μια λάθος οπτική.
Στην επικοινωνία μας με τα παιδιά δεν υπάρχει γενικός σκοπός και στόχος να επιτύχουμε κάτι. Όλη η ουσία βρίσκεται στη διαδικασία. Στην Εναντιοδρομία που αναπτύσσεται μεταξύ μας. Στην αλληλεπίδραση που δημιουργείται μέσα από τις σχέσεις που αναπτύσσονται και κυρίως αυτές που ΔΕΝ εστιάζονται στο λόγο! Όλες οι τεχνικές και τα μυστικά του κόσμου ΔΕΝ μπορούν να έχουν αποτέλεσμα αν δεν βρίσκουν το καθρέφτισμά τους πρώτα μέσα μας, ως κάτι που κατέχουμε από την προσωπική μας εξέλιξη. Ειδάλλως είναι σαν να μας προτείνει κάποιος να φορέσουμε ένα υπέροχο ρούχο που δεν κάνει στο νούμερό μας! Η κοινωνική αποδοχή ως προς τη συμπεριφορά μας ως γονιού είναι το τελευταίο που πρέπει να μας ενδιαφέρει! Είναι ο χειρότερος κριτής και αυτός που μας οδηγεί όχι μόνο σε μια μη δημιουργική σχέση με το παιδί μας, αλλά και αυτή που κατευθύνει τη συμπεριφορά του σε κινήσεις μίσους προς τον εαυτό του και καθωσπρεπισμού προς τους άλλους!
Όσο για το δεύτερο θέμα που θίγεις, την παρακολούθηση από τους γονείς σεμιναρίων γονέων, θα μου επιτρέψεις να έχω τις αμφιβολίες μου στην ευκολία δημιουργίας τέτοιων «ομάδων». Η διαδικασία αυτή είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη και εξαιρετικά δύσκολη, το να ενταχθεί ένας γονιός σε μια ομάδα γονέων, να δουλέψει πραγματικά πρώτα με τον εαυτό του και εκεί μέσα να προσπαθήσει να γίνει τι; Καλύτερός γονιός; Πως θα το καταφέρει αυτό πριν να επεξεργαστεί τον εαυτό του προς την κατεύθυνση βελτίωσης της προσωπικής ποιότητας ζωής του; Οι ομάδες αυτές με ένα αντικείμενο, με στόχο και με ομοιογένεια στη σύνθεσή της συνήθως – χωρίς βίωμα, εμπειρία και τελευταία τη θεωρητική γνώση του συντονιστή - οδηγούν σε ένα πολωμένο αποτέλεσμα και σε μια επεξεργασία των θετικών και μόνο σχέσεων που τις περισσότερες φορές δημιουργεί κενά, άγχη και ενοχοποιήσεις. Θέλει ιδιαίτερη προσοχή λοιπόν αυτό το εγχείρημα και πολύ περισσότερο όταν σε αυτό εμπλέκονται φορείς μη ειδικευμένοι στο συντονισμό ομάδων.
Θέλω να συμφωνήσω μαζί σου ότι όλοι μας και πολύ περισσότερο εμείς που επιθυμούμε να αποκτήσουμε παιδιά ή έχουμε παιδιά χρειαζόμαστε μια ουσιαστική διάθεση από ανθρώπους που γνωρίζουν σε βάθος αυτούς του τομείς και όχι συμβουλευτική, τεχνική και απλά σεμινάρια λόγου.
Είναι τόσο μεγάλο το θέμα που θίγεις που έχει πολλές πλευρές που δεν είναι τόσο απλό να προσεγγιστούν από ένα Δήμο απλά και μόνο για να φανεί ότι προσφέρει κοινωνικές υπηρεσίες. Πιστεύω ότι όλο αυτό αν δεν τοποθετηθεί στις απολύτως σωστές βάσεις μπορεί να κάνει περισσότερο κακό από καλό γιατί έχει να κάνει πραγματικά με τις ψυχές των ανθρώπων και πολύ περισσότερο με ψυχές παιδιών.
Σ ευχαριστώ πολύ που μου έδωσες τη δυνατότητα με το σχόλιό σου να αναφέρω μερικές από τις απόψεις μου πάνω σε αυτό το θέμα στις οποίες πιστεύω και προσπαθώ να εξελίξω. Σ ευχαριστώ επίσης για την ευαισθησία που δείχνεις σε αυτά τα θέματα πρώτα σαν άνθρωπος και έπειτα σαν δημοτικός άρχοντας του τόπου μας.
Σ' ευχαριστώ για τις εύστοχες παρατηρήσεις σου.
Έχεις δίκιο ότι η χρήση των λέξεων είναι άστοχη όταν αναφερόμαστε σ' ένα τόσο ευαίσθητο θέμα, το οποίο πρέπει να έχει διαφορετική προσέγγιση.
Θα μου επιτρέψεις να διαφωνήσω μαζί σου στο εξής σημείο.
Η σχέση γονέα με το παιδί είναι όντως μια σχέση η οποία ξεχυλίζει από συναισθήματα. Όμως, πολλές φορές ο τρόπος που διαχειριζόμαστε τα συναισθήματα μας και με τη μορφή που τα μεταφέρουμε στα παιδιά μας, αποτελεί στοιχείο επιτυχίας σ' αυτή τη σχέση. Και έχει να κάνει βέβαια με την "ορθή" διαπαιδαγώγηση ή τουλάχιστον μ' αυτή που επιδιώκει ο καθένας.
Επομένως πιστεύω ότι η "πρακτική" διαχείρισης εκφράσεων, λέξεων μέσω κάποιων "τακτικών" που έχουν καταγραφεί ως επιτυχημένοι από ανθρώπους που ασχολούνται ακαδημαϊκά ή ερευνητικά μ' αυτό το ζήτημα, είναι καλό να γίνεται. Κι αυτό, όπως μπορώ να σκεφτώ μπορεί να γίνει με ένα σεμινάριο ή σχολή γονέων αν θέλεις.
Το ελάχιστο που μπορεί να προκαλέσει είναι προβληματισμός στους συμμετέχοντες και μια αφετηρία για περαιτέρω έρευνα. Ίσως δεν είναι το καλύτερο μέσο, αλλά δεν έχω κάτι άλλο στο μυαλό μου.
Αν υπάρχει κάποιος άλλος τρόπος που έχεις στο μυαλό σου, θα ήθελα να τον ακούσω.
Επίσης, επειδή η αφετηρία προβληματισμού είναι δύσκολο να ξεκινήσει απ' τον ίδιο τον γονέα ή αν υπάρχει ενδιαφέρον θα είναι χλιαρό, πιστεύω ότι η συμβολή της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι σημαντική γι' αυτό και το ανέφερα στο πρώτο μου σχόλιο.
Σ΄ευχαριστώ για τη φιλοξενία.
Συνεχίζοντας αυτή την ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων θα ήθελα να πω ότι συμφωνώ με αυτά που υποστηρίζεις Λευθέρη, απλά με τον δικό μου τρόπο προσπάθησα λιγάκι να τα επεκτείνω. Εξ αρχής θεώρησα ενδιαφέρον τον «πίνακα» συμπεριφοράς που ανάρτησα. Δεν διαφωνώ με το πρώτο αυτό βήμα παρουσίασης και αναφοράς σε κάποιες τεχνικές που μερικές φορές βαθμιαία και σταδιακά, παράλληλα με προσωπική διερεύνηση, μας οδηγούν σε πολύ καλύτερα αποτελέσματα.
Αυτό που επεσήμανα είναι ότι τις περισσότερες φορές αρκούμαστε σε αυτό το πρώτο βήμα χωρίς να το συνδυάζουμε ή να μας προτρέπουν να το συνδυάσουμε με την προσωπική συναισθηματική μας κατάσταση και όχι μόνο με του παιδιού. Θέλω, με τον τρόπο που το αναλύω παραπάνω, να τονίσω ότι αν περιοριστούμε μόνο σε «τεχνικές» και «πρακτικές» γρήγορα θα τις εγκαταλείψουμε ή ακόμα και αν τις προσπαθούμε δεν θα καταφέρουμε να τις υποστηρίξουμε και να περάσουμε αληθινά στο παιδί το πραγματικό νόημα που αυτές οι παρεμβάσεις θέλουν να φέρουν στην επιφάνεια. Και αυτό διότι από κάτω δε θα υπάρχουν πραγματικά κίνητρα κατανόησης αυτής της συμπεριφοράς από τους γονείς, αλλά μια απλή αντιγραφή και μίμηση.
Όπως ανέφερα και παραπάνω το παιδί «διαπαιδαγωγείται», αν θέλεις, μέσω του τρόπου και της στάσης μας και της θέσης μας απέναντι στη ζωή, στα γεγονότα οπότε και στις συμπεριφορές και δεν εξελίσσεται και διαμορφώνεται βάση του λόγου και των τακτικών. Ναι, αυτές μπορούν να συμβάλουν θετικά όταν γνωρίζουμε όμως τι σημαίνει η καθεμιά από αυτές, τι ευαίσθητο και βαθύτερο σημείο του παιδιού κινητοποιείται και ευαισθητοποιεί και τι σημαίνει για μας τόσο η συμπεριφορά του παιδιού όσο και η δική μας ανταπόκριση και παρέμβαση. Ίσως στη συνέχεια της επικοινωνίας με το παιδί ο γονιός μη γνωρίζοντας τι σημαίνει η καθεμιά από αυτές τις παρεμβάσεις να στείλει λανθασμένα μηνύματα στο παιδί του προκαλώντας του πολλαπλάσιο άγχος από αυτό που υποδηλώνει ήδη η πρώτη του αντίδραση. Γιατί εντελώς εισαγωγικά πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι αντιδράσεις ενός παιδιού τις περισσότερες φορές είναι άμυνα στο εσωτερικό του άγχος.
Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου ότι μια δυναμική κίνηση μπορεί να ξεκινήσει μέσα από την τοπική αυτοδιοίκηση και θα’ ταν ευχής έργο να επιτευχθεί κάτι τέτοιο. Αλλά επιμένω ότι για να είναι μια επιτυχημένη δράση θα πρέπει να βασίζεται σε ειδικευμένες και απολύτως εξειδικευμένες κινήσεις με ανθρώπους που γνωρίζουν το αντικείμενο και δεν διεκπεραιώνουν απλά μια εργασία, και πίστεψέ με είναι λιγάκι δύσκολο να επιτευχθεί κάτι τέτοιο με τις συνθήκες που επικρατούν στον τομέα αυτό. Οι προσφορές είναι πολλές, αλλά οι πραγματικά γνωρίζοντες είναι λίγοι. Και στόχος δε θα πρέπει να είναι μια κίνηση προβληματισμού των γονιών αλλά μια κίνηση ουσίας που θα εμπεριέχει και τον προβληματισμό.
Οι άνθρωποι που “ασχολούνται ακαδημαϊκά ή ερευνητικά μ' αυτό το ζήτημα”, όπως αναφέρεις δε νομίζω ότι αρκούνται στις προτάσεις τεχνικών. Υπάρχει τόσο βαθύ και σημαντικό υπόβαθρο κάτω από τις συμπεριφορές που θα’ ταν υποτιμητικό να πούμε ότι εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στην ενασχόληση με κατι τέτοιο. Συμπληρωματικά και μέσα σε ένα γενικότερο πλαίσιο, ναι. Όχι όμως μεμονωμένα και ως βάση ενός σεμιναρίου ή μιας «σχολής».
Δεν είναι ανέφικτο να οργανωθεί σε μια σωστή βάση μια δυναμική δράση, αλλά θέλει ευαισθησία και πραγματική γνώση απ΄ όλους όσους ενδιαφέρονται να την πραγματοποιήσουν, που όχι μόνο θα συμβάλει στην καλύτερη συμπεριφορά μας απέναντι στα παιδιά μας, αλλά και στην πραγματική βελτίωση της ποιότητας ζωής των οικογενειών που τα μέλη τους θα συμμετέχουν.
Τέλειο,συγκηνητικό αλλά μας κάνει και να προβληματιζόμαστε για το πως πρέπει τελικά να συμπεριφερόμαστε στα παιδιά μας που τα υπεραγαπάμε.Πιστεύω πως πρίν πούμε κάτι πρέπει πρώτα να το σκεφτόμαστε και αυτό θα είναι καλό να ισχύει όχι μόνο στα παιδιά μας αλλά και στους άλλους ανθρώπους.Ρώτησα κάποια στιγμή γιατί οι παπούδες-γιαγιάδες κάνουν ότι τους ζητήσουν τα εγγόνια τους(αυτό συμβαίνει και στα δικά μου παιδιά)και κάποια φίλη της μητέρας μου, μου είπε πως έχουμε τύψεις απο τα δικά μας παιδιά και μ'αυτόν τον τρόπο προσπαθούμε να διορθώσουμε όποια λαθη κάναμε στο παρελθόν.
Οι απαντήσεις στη στήλη "τι θα μπορούσαμε να πούμε" είναι κατά την άποψή μου μια κατευθυντήρια γραμμή προς τους γονείς, ένας τρόπος να δείχνουν στο παιδί τους ότι αναγνωρίζουν το συναίσθημα που τα κατακλύζει εκείνη τη στιγμή και να το περιγράφουν. Το παιδί λόγω της συναισθηματικής του ανωριμότητας αδυνατεί να αναγνωρίσει και να περιγράψει, πόσο μάλλον να ελέγξει, τα συναισθήματά του. Όταν λοιπόν οι γονείς στην προσπάθεια έκφρασης των συναισθημάτων από το παιδί μας απαντάμε με φράσεις όπως "δεν είναι τίποτα", "θα περάσει", "είναι ασήμαντο" κλπ δημιουργείται στο παιδί μία σύγχιση μεταξύ της έντασης του συναισθήματος που βιώνει και της δικής μας περιγραφής του συναισθήματος αυτού. Η σύγχιση αυτή μπορεί να δημιουργήσει παιδιά και αργότερα ενήλικες ανασφαλείς, που δεν έχουν εμπιστοσύνη στα συναισθήματά τους και επομένως δεν μπορούν και να τα ελέγξουν. Είναι ο τρόπος ακριβώς που μας μεγάλωσαν οι γονείς μας και δυστυχώς κάνουμε πολλές φορές το λάθος να τον ακολουθούμε κι εμείς σήμερα. Όταν προσπαθούμε, προφανώς θέλοντας να βοηθήσουμε το παιδί μας, να παρουσιάσουμε ασήμαντο αυτό που αισθάνεται, "για να πάρουμε το βάρος από τους ώμους του", οδηγούμαστε στο αντίθετο αποτέλεσμα. Ο κατά τη γνώμη μου δίκαιος για το παιδί μας τρόπος είναι να του δείχνουμε ότι καταλαβαίνουμε πολύ καλά τι αισθάνεται, ότι το συμπονούμε και ότι είμαστε κοντά του για να το βοηθήσουμε να βρει τον τρόπο να αντιμετωπίσει και ίσως και να επιλύσει το πρόβλημά του.
Ευχαριστώ για το σχόλιο και την ανάπτυξη των απόψεών σου φίλε/η ανώνυμε/η. Μου έδωσες το κίνητρο να σκεφτώ πάνω στον τρόπο που βλέπεις και ερμηνεύεις μια τέτοια καθοδηγητική «στήλη» και νομίζω ότι είναι μια καλή προσέγγιση. Θα ήθελα σε όλα αυτά, όπως τα αναπτύσσεις, να δώσω μια παράλληλη εκδοχή που προβάλλει τους άξονες «αναγνώριση – κατανόηση – περιγραφή» συναισθήματος από το γονιό στο παιδί, στη διαδικασία της αντοχής από το γονιό της επιθετικότητας και αντίδρασης του παιδιού. Αυτό λόγω του ότι, είναι αρκετά δύσκολο να γίνει η αναγνώριση και κατανόηση του συναισθήματος του άλλου, κυρίως όταν προέρχεται από μια εσωτερική αγχογόνα, ασυνείδητη τις περισσότερες φορές, πηγή που διεγέρθηκε και επίσης λόγω του ότι, η λεκτική έκφραση του συναισθήματος (περιγραφή) και η έντασή του (αντίδραση) δεν είναι εύκολο να συνεργαστούν λόγω της διαφορετικής τους ποιότητας, διακόπτοντας ταυτόχρονα την επαφή.
Θα ήθελα να παραθέσω ένα απόσπασμα που εξηγεί τη δυναμική διαδικασία που αναπτύσσεται μεταξύ γονιού και παιδιού σε μια κρίσιμη στιγμή και σ’ ευχαριστώ που με το σχόλιο σου με προβλημάτισες και με «προέτρεψες» να το αναζητήσω. Νομίζω ότι είναι ιδιαίτερα κατατοπιστικό:
«Το παιδί κατά τη γνωριμία με το περιβάλλον του ασυνείδητα προσδίδει στους ανθρώπους τα δικά του συναισθήματα και ανακαλύπτει το χαρακτήρα τους μέσα από τον τρόπο που απαντάνε ή αντιδράνε. Έτσι μπορεί να εναποθέσει την οργίλη πλευρά του εαυτού του στη μητέρα του. Αυτό το κάνει με συγκεκριμένες πράξεις, και εκείνο που εμείς μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι μια μητέρα με ένα παιδί που οργίζεται. Και αυτό βαθμιαία μεταβάλλεται σ’ ένα απελπισμένο παιδί με μια μητέρα που πνέει τα μένεα για το παιδί της. Τέτοιες καταστάσεις τις περιγράφουν οι γονείς ως εξής : «Χθες βράδυ, όταν δεν μπόρεσα να ηρεμήσω τον Κώστα, στην αρχή ανησύχησα, μετά κουράστηκα και θύμωσα και στο τέλος φοβήθηκα για τον εαυτό μου τον ίδιο». Εάν η μητέρα, παρ’ όλη την εσωτερική της ταραχή, καταφέρει να συγκρατήσει τόσο έντονα συναισθήματα, διατηρώντας την ενσυναισθητική επαφή με το παιδί της, τότε συμβαίνει κάτι που έχει ζωτική σημασία. Η μητέρα έχει καταφέρει να κρατήσει μέσα της όλα αυτά τα πρωτόγονα και αγχογόνα συναισθήματα, χωρίς να διακόψει την επαφή με το παιδί. Κάτι τέτοιο από τη σκοπιά του παιδιού, ισοδυναμεί με το γεγονός ότι τα συναισθήματά του δεν μπόρεσαν να καταστρέψουν τη μητέρα του. Τότε το παιδί μπορεί με μια αντίθετη διαδικασία να «πάρει πίσω» αυτά τα συναισθήματα που στην αρχή ήταν αφόρητα, σε μια καινούρια αφομοιώσιμη μορφή. (Bion 1962)»
Δημοσίευση σχολίου