Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011

Κέντρα Υποδοχής Λαθρομεταναστών ΩΡΑ ..... ΟΡΕΣΤΙΑΔΑΣ !

Εξ’ αρχής είχα μιαν αμφιβολία αν αυτή η ανάρτηση θα ήταν μια στοιχειοθετημένη αναφορά στο θέμα της λαθρομετανάστευσης και των κέντρων υποδοχής και το πόσο αυτές τις μέρες έχει συνδεθεί με την πόλη μας. Επίσης θα μπορούσε να είναι μια προσωπική βιωματική ανάρτηση. Η ζυγαριά γέρνει προς το δεύτερο, μιας και οι κρίσεις, οι επικρίσεις, οι ορολογίες και οι αναφορές έχουν καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της ελεύθερης έκφρασης φορέων, συλλόγων, επίσημων και μη πολιτών.

Το έναυσμα για να μην ακολουθηθεί ένα συγκεκριμένο τυπικό ανάπτυγμα ενισχύθηκε από την «παράδοξη», για τα δεδομένα της πόλης και των τοπικών κοινωνιών γενικότερα, εξέλιξη του θέματος, και πόσο αυτό φαίνεται να έχει διαχυθεί στην κοινωνία της Ορεστιάδας. Η αντίδραση και η αποκάλυψη του θέματος, για τα κέντρα υποδοχής λαθρομεταναστών, προέκυψε αυθόρμητα και παρορμητικά από τη βάση της κοινωνίας, τους ίδιους τους δημότες, χωρίς καθοδηγητές, χρώματα και ταμπέλες.

Μέσα από μια πρωτότυπη διαδικασία για την πόλη μας, φαίνεται να έχει υπερισχύσει μια κοινή τοποθέτηση απέναντι στο θέμα των κέντρων υποδοχής λαθρομεταναστών, ή όπως αλλιώς θέλει ο καθένας να τα ονομάζει, όχι ως προς την ιδεολογία που το συνοδεύει, αλλά ως προς το αποτέλεσμα - στόχο.
Αναδύεται μια ιδιαιτερότητα από όλη αυτή τη διαδικασία, όλοι οι «δρόμοι», οι αντιθέσεις και οι διαφωνίες συνυπάρξανε και οδηγούν στο κοινό επιθυμητό αποτέλεσμα, έτσι ώστε να επιτευχθεί ένας σκοπός. Η δύναμη της καθολικότητας ένωσε όλες τις δυνάμεις κάτω από το ίδιο κοινό αίτημα.

Το θέμα της λαθρομετανάστευσης έχει πολλές παραμέτρους, οι απόψεις επίσης αναλύονται ανάλογα με τα δεδομένα του καθενός. Θεωρώ ότι το εξαιρετικά ενδιαφέρον που συμβαίνει αυτές τις μέρες είναι πως οι δημότες αντιμετωπίζουν όλοι μαζί μια εξωτερική «απειλή» για την πόλη. Σε κάθε περίπτωση αυτό έχει να κάνει με το φόβο μπροστά στο άγνωστο, τον αιφνιδιασμό των συνεπειών και κατά πόσο αυτό θα επιφέρει μια ξαφνική ή σταδιακή παραμόρφωση των δεδομένων και των συνθηκών ζωής όπως έχουν εγκατασταθεί έως σήμερα στην κοινωνία μας.

Με μια ευρεία ματιά που παρατηρεί περισσότερο το φαινόμενο που αναδύεται και όχι το περιεχόμενο, είναι ενδιαφέρον να παρατηρηθούν οι τάσεις που αναπτύσσονται καθώς και οι μηχανισμοί του φόβου και του αιφνιδιασμού που μπορεί να δρουν προφυλακτικά για τα δεδομένα μας, που έχουμε εξασφαλίσει.
Από την άλλη μεριά, μέσα σε όλα αυτά φαίνεται σαν να υπάρχει ένας ή μια ομάδα συμπολιτών μας που φαινομενικά «πήγε να μας την κάνει». Και που αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει έμμεσα και άμεσα μια συνολική στάση της κοινωνίας απέναντι σε ένα εγχείρημα για το οποίο με κάποιο τρόπο διεκδικήθηκε και μάλιστα φαίνεται ότι στην πορεία προς την πραγματοποίησή του ανατρέπονται νόμοι, διαδικασίες και καταστάσεις πάγιες εδώ και χρόνια.

Οι δημότες αντιδρούν και δρουν, ο κάθε συμμετέχον τοποθετεί τον εαυτό του στο κέντρο της αντίδρασης και το σημαντικό είναι ότι μπορεί από αυτό να πάρει και να χρεωθεί όσο αντέχει. Και σε όλους μαζί χρεώνεται όλο, είναι σημαντικό όλο το «βάρος» να ισορροπεί πάνω σε πολλούς.

Έχω την αίσθηση όμως πως παράλληλα η διαδικασία αυτή αντικατοπτρίζει μια εύθραυστη ισορροπία, έναν ανταγωνισμό ομολόγων κάτω από την ίδια στέγη, εκεί είναι πιθανό να γίνουν προβολές, προκλήσεις και κακοήθεις καθρεφτίσματα και εκεί θεωρώ ότι το όλον είναι το μόνο που μπορεί να χωρέσει αυτές τις διαδικασίες, και από μέσα να παρατηρηθεί τί αντέχει και τί κινδυνεύει να κατακερματιστεί.

Τίθεται στον καθένα το ερώτημα πόσο επιθυμεί να πάρει το κομμάτι του και να φύγει ή πόσο επιθυμεί να συνυπάρξει επωφελούμενος μαζί με τους άλλους, παραμένοντας μέσα σε αυτό σαν ξεχωριστό ισότιμο μέλος.
Πόσο ξεκάθαρο είναι ότι οι σχέσεις που αναπτύσσονται αυτή τη στιγμή είναι σχέσεις ισοτιμίας και όχι ισότητας και πόσο ξεκάθαρη είναι η έννοια της ζήλιας ως θέση, να αποκτήσω ότι και εσύ, σε σύγκριση με την έννοια του φθόνου, να καταστρέψω ό,τι έχεις για να μη το έχει κανείς ;

Μέσα στο πλαίσιο που έχει δημιουργηθεί οι ναρκισσιστικές διακρίσεις για την προβολή σε στιγμιαίο επίπεδο, μέσω βιασύνης και καπήλευσης δεν συντονίζονται με την διεκδίκηση με μακροπρόθεσμα οφέλη, όπου μέσα από τη δικαίωση του όλου θα έρθει και η δικαίωση του καθενός.

Ένα παράπλευρο θέμα είναι πόσο το όλον αποτελεί εσωτερικευμένη διαδικασία για τον καθένα που συμμετέχει ή αποτελεί πεδίο δράσης, όπου σε όλους θα μοιραστεί ο ρόλος αυτού που «πήγε να μας την κάνει».
Πόσο τελικά «αυτός» είναι ο συμμέτοχος μιας δυσάρεστης προοπτικής ή «αυτός» που καθρεφτίζει την ανάγκη της κοινωνίας για την ύπαρξη αυτού του ρόλου;
Πόσο επιτρέπεται κάθε φορά να προκύπτει αυτό ο ρόλος και οι συνέπειες του, και να μην ανακόπτεται;
Πόσο ο «πατέρας» - ή αυτός / οι που μπαίνει / νουν στη θέση του «πατέρα» - στην κοινωνία της Ορεστιάδας μπορεί να είναι παρόν με όλες της διαστάσεις της πατρικής φιγούρας και να ξέρει πότε να αφήνει τα παιδιά να πλακώνονται μεταξύ τους πριν βάλει τα όρια, πότε να τον καβαλάνε στο παιχνίδι και πότε να σηκώνει το ανάστημά του για να αποτρέψει το «κακό» όταν αυτό πλησιάζει, ακόμα και αν χρειαστεί «επανάσταση», γιατί στο «κακό» δεν πας για να θυσιαστείς, αν κάποιος έρχεται να σε «σκοτώσει», τότε αυτός που πρέπει να «πεθάνει» είναι ο άλλος.
Μετριότητες, αμφιθυμίες και διχασμοί δεν επιτρέπονται.

Θεωρώ λοιπόν ότι το φαινόμενο της αντίδρασης της βάσης της πόλης μας – των απλών δημοτών - αναδύει τη μέγιστη ανάγκη της τοπικής κοινωνίας να βρει πατρικές φιγούρες που θα σταθούν στο ύψος του πολεμιστή και του μαχητή, γιατί ο «πρώτος» πατέρας αυτής της χώρας έχει αφήσει ανυπεράσπιστους, τόσο τη Μάνα – Πατρίδα όσο και τα ίδια τα παιδιά - πολίτες.

Αυτό το φαινόμενο προβάλλεται και στην πόλη μας, απαιτώντας και εξαναγκάζοντας σχεδόν τους τοπικούς άρχοντες να πάρουν θέση. Η αντίδραση από τη βάση και η σύνταξη όλων των τοπικών αρχόντων μπορεί σε στιγμιαίο επίπεδο να δίνει μια χροιά ανακούφισης, αλλά το ερώτημα που τίθεται είναι τί πατέρα επιθυμούμαι να έχουμε και πόσο δύσκολο (όχι όμως πάντα και δυσάρεστο) είναι τα παιδιά να διαπιστώνουν πόσο δυνατότερα είναι από τον πατέρα, με τον οποίο και επιθυμούν να ταυτιστούν.

Νομίζω ότι η κοινωνία της Ορεστιάδας βάζει το μέγιστο ερώτημα αυτές τις μέρες. Θα αναδειχθούν οι ηγέτες προτάσσοντας τις ικανότητες και τις δυνατότητές τους ; Θα οδηγηθούμε στην παραδοχή τους ως μέρος της κοινωνίας, προχωρώντας στο συμβολικό τους θάνατο και παίρνοντας τα ίδια τα παιδιά στα χέρια τους την ανάδειξη αυτού του τόπου; Ή μήπως και τα δύο μαζί ;

Το θέμα των κέντρων υποδοχής θεωρώ ότι από άνωθεν διαχειρίζεται με τρόπο αφελή και υποτιμητικό για τη χώρα μας και την περιοχή μας. Υποτιμούνται συνθήκες και διαπραγματεύσεις που στο παρελθόν με σοφία είχαν ακολουθηθεί, συνυπολογίζοντας εθνικούς, πολιτικούς, χωροταξικούς, εκπαιδευτικούς, οικονομικούς παράγοντες, και σήμερα αγνοούνται και παραλείπονται. Η έκβαση του προβλήματος «κέντρα υποδοχής λαθρομεταναστών» πραγματικά δεν μπορεί να προσδιορισθεί ως προς την εξέλιξη και τις συνέπειες που θα έχει παρά μόνο μέσα από τη διαλεκτική που θα αναπτυχθεί παράλληλα με την παρατήρηση των γεγονότων ρεαλιστικά και δυναμικά.

Ως φαινόμενο όμως, η ανάδειξη της έννοιας της δημοκρατίας από τη βάση ως όλον, μέσω της διαδικασίας στήριξης ενός αιτήματος χωρίς ταμπέλες και χρωματισμούς, είναι ένα αισιόδοξο μήνυμα για όλους. Το αποτέλεσμα θα είναι εξελικτικό, όχι όμως απαραίτητα και εύκολο ή ευχάριστο για όλους! Η διαδρομή μέσα από τη δυσκολία και τη ματαίωση είναι που φέρνει την εξέλιξη!

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

ΤΩΡΑ



Στίχοι: Πάνος Φαλάρας
Μουσική: Lluis Llach
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου


Όπως και να ’ναι ο κόσμος, όσα κι αν έχει στραβά,
έστω κι αν μείνω πια μόνος, πάντα θα φεύγω μπροστά.

Όσα γραφτά κι αν θα κάψουν, στο φως δεν βάζουν φωτιά.
Όσες αλήθειες κι αν θάψουν, λεύτερη μένει η καρδιά.


Όπως και να ’ναι τούτη η γη, θα ’μαι στην πρώτη τη γραμμή,
όπως και τώρα, τώρα, τώρα που είναι δίσεκτοι οι καιροί. (2)

Όπως και να ’ναι ο κόσμος, δε θα σταθώ πουθενά.
Δεν καρτεράει ο χρόνος, πίσω ποτέ δε γυρνά.

Όπως και να ’ναι ο κόσμος, θα τραγουδώ στη ζωή.
Για να μερέψει ο πόνος πρέπει να κλείσει η πληγή.

Όπως και να ’ναι τούτη η γη, θα ’μαι στην πρώτη τη γραμμή,
όπως και τώρα, τώρα, τώρα που είναι δίσεκτοι οι καιροί. (2)

Όπως και να ’ναι ο κόσμος, όσα κι αν έχει στραβά,
έστω κι αν μείνω πια μόνος, πάντα θα φεύγω μπροστά.

Όσα γραφτά κι αν θα κάψουν, στο φως δεν βάζουν φωτιά.
Όσες αλήθειες κι αν θάψουν, λεύτερη μένει η καρδιά.

Όπως και να ’ναι τούτη η γη, θα ’μαι στην πρώτη τη γραμμή,
όπως και τώρα, τώρα, τώρα που είναι δίσεκτοι οι καιροί. (2)

Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

Υποδομές και δημόσιοι χώροι σε πρώτο πλάνο - «Το βασικό είναι οι ιδέες και όχι τα χρήματα»






Δεν χρειάζεται να είσαι αρχιτέκτονας για να θαυμάσεις την Κοπεγχάγη.
H Κοπεγχάγη είναι μια πόλη που αναπνέει, σέβεται τον κάτοικό της, έχει πραγματική ποιότητα ζωής και θέτει ολοένα και υψηλότερους στόχους:
αρχιτεκτονικούς
και περιβαλλοντικούς.



Το Orestad, είναι μια δημόσια έκταση που αναπλάθεται με έμφαση στις υποδομές και στους δημόσιους χώρους, οικοδομείται με όρους υψηλής, πειραματικής αρχιτεκτονικής και πωλείται («οικοπεδοποιείται» θα λέγαμε κυνικά στην Ελλάδα) προκειμένου να εξασφαλιστούν πόροι για τη νέα γραμμή του Μετρό. Η υπεύθυνη για το εγχείρημα, πρόεδρος της εταιρείας που έχει συστήσει από κοινού ο δήμος της Κοπεγχάγης με το δανικό κράτος εξηγεί πράγματα ανήκουστα για την ελληνική πραγματικότητα, όπως τον τρόπο σχεδιασμού μιας περιοχής από το μηδέν, με τις υποδομές... να προηγούνται!


Στο υποβαθμισμένο προάστιο Amager με λίγα χρήματα ο δήμος της Κοπεγχάγης κάνει παρεμβάσεις και δημιουργεί υποδομές για να ανεβάσει το επίπεδο της περιοχής. Η επικεφαλής αρχιτέκτονας της Πόλης της Κοπεγχάγης -ένας θεσμός που δεν υπάρχει σε καμία ελληνική πόλη, όπως μπορούμε να καταλάβουμε εύκολα ρίχνοντας μια ματιά γύρω μας- εξηγεί πώς ο δήμος ενισχύει το «By Liv», στα ελληνικά «τη ζωή στην πόλη». Βάζοντας τους κανόνες με τους οποίους μεγαλουργεί ο ιδιωτικός τομέας και όχι αφήνοντας την αγορά να ορίσει την εξέλιξη της πόλης...


Περιβάλλον - ανάπτυξη άρρηκτα συνδεδεμένα



Το Orestad μετατρέπεται σε ένα ταξίδι στο μέλλον, ένα μέλλον όπου η αρχιτεκτονική, η βιώσιμη ανάπτυξη και η προστασία του περιβάλλοντος είναι άρρηκτα δεμένες.

Ο φορέας που υλοποιεί την επένδυση στο Orestad και προετοιμάζει για μια ανάλογη σε ένα παλαιό τμήμα του λιμανιού της πόλης (το Nordhavnen) ονομάζεται CPH City and Port Development και ανήκει κατά 45% στο κράτος και 55% στον δήμο Κοπεγχάγης. Επικεφαλής του είναι μια έμπειρη πολεοδόμος - αρχιτέκτων, η Rita Justesen. «Το Orestad είναι μια μεγάλη πράσινη λωρίδα δίπλα στην πόλη. Το όραμά μας είναι οι κάτοικοί της να ζουν μια σύγχρονη ζωή με τη φύση δίπλα στο παράθυρο, καθώς μόλις το 10% της έκτασης θα χτιστεί». «Θέλουμε το Orestad να είναι μοντέρνο, διαφορετικό και ελκυστικό ώστε να προσελκύσει νέους ανθρώπους και επιχειρήσεις. Για τον λόγο αυτό επιτρέψαμε μεγάλους κτιριακούς όγκους για να ενθαρρύνουμε τα αρχιτεκτονικά πειράματα, αλλά και να συγκεντρώσουμε τη δόμηση σε πυρήνες, ώστε να διατηρούμε άφθονους ελεύθερους χώρους. Αντίθετα, το Nordhavnen θέλουμε να είναι πιο κοντά στη σκανδιναβική εμπειρία, εντάσσοντας τα παλαιά κτίρια του λιμανιού σε νέες χρήσεις και σε μια urban ατμόσφαιρα».

Αυστηροί όροι

Ξεναγός στο Orestad είναι το Κέντρο Δανικής Αρχιτεκτονικής (Dansk Arkitektur Center) και οι αρχιτέκτονες Soren Smidt - Jensen και Bo Christiansen. «Για να χρηματοδοτήσει οποιοδήποτε πρόγραμμα ο δήμος της Κοπεγχάγης ή το κράτος θέτουν αυστηρούς όρους», εξηγούν. «Οσοι επενδύουν στο Orestad και στο Nordhavnen πρέπει να πληρούν 14 προδιαγραφές για την ταυτότητα των κτιρίων, την αειφορία, τη χρήση του νερού, την αρχιτεκτονική και πολλά ακόμα.


Στο Orestad το 2030, θα υπάρχει μια πόλη όπου θα εργάζονται 60.000 άνθρωποι και θα ζουν 20.000 και φυσικά θέλουμε να είναι βιώσιμη. Aλλωστε, η Κοπεγχάγη θέλει να είναι η «αειφορική πρωτεύουσα» της Ευρώπης μέχρι το 2015 και «CO2 ουδέτερη» έως το 2025.

Πολλά από τα projects, όπως το VM Houses, το Mountain και το 8 Building έχουν βραβευθεί σε διεθνείς διαγωνισμούς και εκατοντάδες αρχιτέκτονες απ' όλο τον κόσμο επισκέπτονται την Κοπεγχάγη απλώς για να τα δουν».



Τι θα μπορούσε να εφαρμοστεί στις πόλεις της Ελλάδας
Τι από αυτά που εφαρμόζονται στην Κοπεγχάγη θα μπορούσε να γίνει στις πόλεις της Ελλάδας; «Στην Κοπεγχάγη έχουμε κάποιες περιοχές στις οποίες συγκεντρώνονται πολλοί μετανάστες. Αυτό που δοκιμάσαμε αρχικά ήταν να αντικαταστήσουμε ορισμένα από τα παλαιά κτίρια με καινούργια», εξηγεί η κ. Justesen. «Το μοντέλο αυτό, όμως, δεν «δούλεψε» πολύ καλά.

Δοκιμάσαμε, λοιπόν, να εργαστούμε στον υπάρχοντα αστικό ιστό: να κρατήσουμε μικρά σπίτια και να επιτρέψουμε τη συνένωσή τους με σύγχρονο τρόπο. Η ατμόσφαιρα αυτή άρεσε στους νέους κι έτσι οι περιοχές όπου το μέτρο εφαρμόστηκε είναι σήμερα από τις πιο νεανικές. Η συμβουλή μου, λοιπόν, για την Αθήνα (και όχι μόνο) θα ήταν: μην εστιάζετε στις κατεδαφίσεις, δουλέψτε για να βελτιώσετε τα κτίρια που έχετε. Στηρίξτε τη σύγχρονη αρχιτεκτονική και δώστε λύσεις στα προβλήματα με πρωτότυπο τρόπο. Δείξτε τόλμη».



Το παράδειγμα της περιοχής Amager είναι χαρακτηριστικό. Για παράδειγμα, η μεταμόρφωση ενός παλαιού βυρσοδεψείου σε κέντρο πολιτισμού και η δημιουργία ενός κλειστού γυμναστηρίου λειτούργησε ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους νέους και τους παλαιούς κατοίκους της περιοχής. «Το βασικό είναι οι ιδέες και όχι τα χρήματα», λέει ο κ. Christiansen. «Για παράδειγμα, τοποθετώντας μερικές καρέκλες στους δημόσιους χώρους ενθαρρύνεις τους κατοίκους να καθίσουν έξω. Απλά τις κάνεις... ασήκωτες, ώστε να μην κλαπούν!».


Βασικός άξονας παρεμβάσεων, η εμπειρία του πεζού στην πόλη


Περπατώντας στην Κοπεγχάγη, τόσο στο κέντρο όσο και στις γειτονιές, αντιλαμβάνεσαι εύκολα το υψηλό επίπεδο ποιότητας ζωής και την εύκολη καθημερινότητα. Ενα καλό παράδειγμα είναι η χρήση του ποδηλάτου. Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι της πόλης διαθέτουν ποδήλατο, ενώ το 37% αυτών το χρησιμοποιεί καθημερινά για να μεταβεί στην εργασία ή τη σχολή του.



Μάλιστα το 23% των οικογενειών διαθέτει τα λεγόμενα cargo bikes, ποδήλατα με μεγάλους κάδους στο μπροστινό τους μέρος, όπου κάθονται τα παιδιά. Η χρήση του ποδηλάτου, σε συνδυασμό με τις δημόσιες συγκοινωνίες (που καλύπτουν το ένα τρίτο των μετακινήσεων) αφήνουν την Κοπεγχάγη χωρίς κυκλοφοριακό πρόβλημα. Πολλοί Δανοί, όπως η Αρχιτέκτων της Πόλης της Κοπεγχάγης κ. Tina Saaby, δεν διαθέτουν καν αυτοκίνητο!


Αν απορείτε για το αξίωμα της κ. Saaby, είναι γιατί ανάλογος θεσμός δεν υπάρχει σε καμία ελληνική πόλη. «Ο Αρχιτέκτων της Πόλης είναι ένας θεσμός που υπάρχει εδώ και έναν αιώνα στην Κοπεγχάγη, εγώ είμαι η 10η στη σειρά!», εξηγεί. «Ο Αρχιτέκτων της Πόλης είναι αυτόνομος και δρα συμβουλευτικά, προσπαθώντας να εμπνεύσει και να δώσει κίνητρα στον δήμο, στους κατοίκους και στην αγορά να εστιάζουν περισσότερο στην αρχιτεκτονική».


«Οταν μιλάμε για τη σχέση της αρχιτεκτονικής με τον δημόσιο χώρο, δεν μιλάμε μόνο για τα κτίρια. Μιλάμε για όλα όσα ζει ο πεζός περπατώντας στην πόλη, αυτή είναι η εμπειρία που θέλουμε να ενισχύσουμε. Στην κατεύθυνση αυτή κάνουμε παρεμβάσεις και παίρνουμε νομοθετικές πρωτοβουλίες για παράδειγμα, υποχρεώνουμε τις μεγάλες επιχειρήσεις να κάνουν τις αίθουσες συναντήσεων και τα εστιατόριά τους στο ισόγειο, με μεγάλες τζαμαρίες ώστε ο πεζός να αντιλαμβάνεται τις δραστηριότητες που γίνονται στους κόλπους της πόλης καθώς περπατάει.


Οταν ένας ιδιοκτήτης κρατάει άδειο για πολύ καιρό ένα ισόγειο, τότε παρεμβαίνουμε και τον προτρέπουμε να βρει μια χρήση. Στόχος μας είναι ο κάτοικος να μείνει 5 λεπτά περισσότερο στον δημόσιο χώρο».


Τη διαφορά δεν κάνει μόνο η τακτοποιημένη και ευνομούμενη πόλη, αλλά και η ίδια η πραγματικότητα των Δανών. Που, για παράδειγμα, εργάζονται 9 με 5 αδιαπραγμάτευτα, «γιατί το αφεντικό σου θέλει να γυρίσεις σπίτι να ξεκουραστείς για να είσαι αποδοτικός την επόμενη ημέρα», όπως λέει ο κ. Christiansen. «Ποιος ο λόγος άλλωστε να δημιουργείς ελεύθερους χώρους, αν δεν μπορείς να τους χαρείς»...



Στην ανάρτηση χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα του άρθρου
"Υποδομές και δημόσιοι χώροι σε πρώτο πλάνο "
της εφημερίδας "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" στις 23/10/2010
του απεσταλμένου της εφημερίδας στην Κοπεγχαγη Γιώργου Λιάλιου

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

Tούτος ο ουρανός ο φθινοπωρινός ......




" Γιασαλάμ θα πει τόσα χώρεσα
που το δαίμονά μου συγχώρεσα
για όλα του τα πάθη τα άγρια
γιασαλάμ θα πει Αλεξάνδρεια "